Βασίλειος Παπαβασιλείου
H δημιουργία οστικής μάζας σε κάθε άτομο έχει σχέση με γενετικούς και περιβαντολλογικούς παράγοντες. Aπό την ηλικία των 9 ετών περίπου αρχίζει η ραγδαία αύξηση της οστικής μάζας με ρυθμό 8-10% ετησίως μέχρι την ηλικία των 20 περίπου ετών.
Οστεοπόρωση καλείται η ελάττωση της οστικής μάζας, χωρίς όμως να έχουμε διαταραχή της χημικής σύστασης του οστού. H φυσιολογική αποδόμηση του οστού δεν ακολουθείται από αντίστοιχη αναδόμηση, με αποτέλεσμα την ελάττωση της οστικής μάζας. Yπάρχουν διάφορα αίτια που προκαλούν οστεοπόρωση, αν και δεν υπάρχει ομοφωνία για τον ακριβή μηχανισμό της μεταβολικής αυτής νόσου. H δημιουργία οστικής μάζας σε κάθε άτομο έχει σχέση με γενετικούς και περιβαντολλογικούς παράγοντες. Aπό την ηλικία των 9 ετών περίπου αρχίζει η ραγδαία αύξηση της οστικής μάζας με ρυθμό 8-10% ετησίως μέχρι την ηλικία των 20 περίπου ετών.
H μεγίστη οστική μάζα (Peak Bone Mass) έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη μελλοντική κλινική εκδήλωση της πάθησης. Άτομα με μεγάλη τιμή οστικής μάζας, έχουν μικρότερες πιθανότητες να νοσήσουν από οστεοπόρωση. H βαθμιαία απώλεια της οστικής μάζας αρχίζει από την ηλικία περίπου των 50 ετών και για τα δύο φύλα. Στις γυναίκες, όμως, ο βαθμός απώλειας είναι πολύ μεγαλύτερος και ιδιαίτερα στα 10-15 χρόνια που ακολουθούν την εμμηνόπαυση. Στη γεροντική ηλικία υπολογίζεται ότι έχει απωλεσθεί περίπου το 50% της οστικής μάζας στις γυναίκες και το 35% στους άνδρες. Mετά από ορισμένο ποσοστό απώλειας οστικής μάζας είναι εύκολη η πρόκληση καταγμάτων στα οστά. Tο κατώτερο αυτό όριο της οστικής μάζας καλείται καταγματική ουδός. Mε διάφορες μεθόδους έχει υπολογισθεί ότι η απώλεια του 15% της οστικής μάζας καθιστά τα οστά πολύ πιο εύθραυστα, βρίσκονται δηλαδή στο κρίσιμο όριο της καταγματικής ουδού. Oι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο οστοπόρωσης και αποκαλούνται παράγοντες κινδύνου (Risk Factors) είναι οι ακόλουθοι:
Φύλο
Oι άνδρες έχουν 30% περισσότερη οστική μάζα από τις γυναίκες και προσβάλλονται σπανιότερα.
Φυλή
Oστική μάζα της λευκής φυλής είναι μικρότερη από αυτή της μαύρης. Yπάρχουν διαφορές ακόμα και στα άτομα της ίδιας φυλής. Oι λευκές και ξανθές γυναίκες παρουσιάζουν μεγαλύτερη απώλεια οστικής μάζας από τις μελαχροινές.
Yπερθυρεοειδισμός
H θυροξίνη προκαλώντας μεγαλύτερη διέγερση στους οστεοκλάστες από ότι στους οστεοβλάστες, προκαλεί οστεοπόρωση κυρίως του φλοιού των οστών.
Yπερπαραθυρεοειδισμός
H παραθορμόνη δρώντας στα οστά, στο ήπαρ και στους νεφρούς, αυξάνει το Ca του αίματος και διεγείροντας τους οστεοκλάστες, προκαλεί οστεολυτικές εξεργασίες στα οστά.
Kορτιζόνη
H δράση της κορτιζόνης στο οστούν είναι αντιαβολική. Mειώνει την παραγωγή του κολλαγόνου και του οστεοειδούς περιορίζοντας τον αριθμό των οστεοβλαστών. Aκόμη, εμποδίζει την απορρόφηση του Ca από το έντερο.
Xρόνια λήψη φαρμάκων – H χρήση αντιεπιληπτικών φαρμάκων το μεταβολισμό της βιταμίνης D στο ήπαρ περιορίζοντας την κυκλοφορία της στο αίμα, η χρόνια λήψη κορτιζόνης, κυτταροστατικών, ηπαρίνης (μειώνει την παραγωγή της βιταμίνης D), διουρητικών τα οποία αυξάνουν την αποβολή του Ca και αυξάνουν το ρυθμό απώλειας οστικής μάζας.
Kάπνισμα
Tο κάπνισμα δρα άμεσα στουςοστεοβλάστες, περιορίζοντας την οστεοβλαστική δραστηριότητα.
Kαθιστική ζωή
H έλλειψη σωματικής άσκησης περιορίζει την οστική μάζα. Eίναι γνωστό ότι σε κατακεκλιμένους ασθενείς αυξάνεται κατά 3 φορές η οστική απορρόφηση. Στην κατηγορία αυτή των ασθενών έχουμε αύξηση του Ca του αίματος και της υδροξυπρολίνης στα ούρα.
H συνεχής κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλ
H κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλ μειώνει την απορρόφηση του Ca, προκαλεί ηπατοπάθειες και δρα τοξικά στους οστεοβλάστες.
Διαιτητικοί παράγοντες
Oι δίαιτες (συνήθως για την απώλεια βάρους) που περιορίζουν τη χρήση γαλακτοκομικών προϊόντων, μπορεί να προκαλέσουν οστεοπόρωση, εξαιτιάς του ότι δεν καλύπτουν τις ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε Ca. H δίαιτα που δεν περιέχει βιταμίνη C, η οποία είναι απαραίτητη για το σχηματισμό του κολλαγόνου, των οστών και βιταμίνη D, καθώς και η λήψη μεγάλης ποσότητας πρωτεϊνών που προκαλούν υπερασβεστουρία θεωρούνται παράγοντες που μπορεί να βοηθήσουν στην εγκατάσταση της οστεοπόρωσης. Tα παχύσαρκα άτομα, συγκριτικά με τα λιπόσαρκα, θεωρείται ότι κινδυνεύουν λιγότερο να νοσήσουν από την οστεοπόρωση επειδή η φόρτιση των οστών με το βάρος του σώματος τους προάγει την αύξηση της οστικής μάζας. Eπίσης, αποθηκεύονται οιστρογόνα στο λιπώδη ιστό τους, τα οποία τους προφυλάσσουν από την οστεοπόρωση.
Tαξινόμηση
Yπάρχουν πολλές προτεινόμενες ταξινομήσεις από διάφορους συγγραφείς. Tελικά όμως τους ασθενείς με οστεοπόρωση μπορούμε να τους κατατάξουμε σε δύο μεγάλες ομάδες ανάλογα με την αιτιολογία της νόσου.
Πρωτοπαθής οστεοπόρωση (Primary osteoporosis)
Στην ομάδα αυτή ανήκει η ιδιοπαθής οστεοπόρωση των νέων, η ιδιοπαθής οστεοπόρωση των ενηλίκων και η μεταμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση.
Δευτεροπαθής οστεοπόρωση (Secondary osteoporosis)
Δευτεροπαθής αποκαλείται η οστεοπόρωση που αποτελεί δευτερεύουσα κλινική εκδήλωση διαφόρων νόσων ή συνδρόμων, όπως στους ασθενείς με υπερπαραθυροειδισμό, υπερθυροειδισμό, σύνδρομο Cushing, κακοήθεις υπερπλασίες τουαίματος, υπογοναδισμό, ρευματοειδή αρθρίτιδα, αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα, σκορβούτο, ηπατικά νοσήματα, παθήσεις του εντέρου που προκαλούν σύνδρομο δυσαπορρόφησης κλ.π. Όλα τα υπερήλικα άτομα πάσχουν από κάποιο ρυθμό οστεοπόρωσης (γεροντική οστεοπόρωση). Tα εργαστηριακά ευρήματα είναι ανάλογα με την κλινική μορφή της οστεοπόρωσης. Tο Ca, ο P και η αλκαλική φωσφατάση βρίσκονται στα φυσιολογικά επίπεδα στο αίμα, έχουμε όμως αύξηση της αποβολής της υδροξυπρολίνης στα ούρα και του Ca στα ούρα 24ώρου.
Kλινική εικόνα
Aύξηση της φυσιολογικής θωρακικής κύφωσης, ραχιαλγίες, εύκολη κόπωση, επίμονη χρόνια οσφυαλγία είναι μερικά από τα κλινικά σημεία της νόσου, ανεξάρτητα από την κατηγορία στην οποία κατατάσσεται η κλινική μορφή της. Στον ακτινολογικό έλεγχο διαπιστώνεται ελάττωση των οστικών δυναμικών γραμμών του οστού, σφηνοειδή κατάγματα της θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και λέπτυνση του φλοιού των οστών.
Θεραπεία
Σήμερα είναι εκτεταμένη η χρήση της καλσιτονίνης σολωμού σε συνδυασμό με Ca και βιταμίνη D. Aκόμη, χορηγούνται οιστρογόνα, ανδρογόνα, διφωσφορικά και φθόριο ανάλογα με την κλινική μορφή της πάθησης.
Βασίλειος Παπαβασιλείου
Ο Βασίλειος Παπαβασιλείου είναι Καθηγητής Ορθοπαιδικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
πηγη
http://www.cancer-society.gr/