Τα βότανα αποτελούν ένα μεγάλο μέρος του φυτικού βασιλείου, είναι το σημείο επαφής μας με τη μάνα Γη, ένας κόμβος επικοινωνίας ανάμεσα σε δύο βασίλεια όπου συναντάται η Ανθρωπότητα με τη Φύση. Η παράδοση της θεραπευτικής τέχνης των βοτάνων και γενικότερα των φυτών χάνεται στο αρχέγονο παρελθόν. Σε ένα παρελθόν αχρονολόγητο, όσο αχρονολόγητη είναι και η Σοφία που ενυπάρχει στο ανθρώπινο στοιχείο αλλά και γενικότερα στον φυσικό κόσμο. Ωστόσο, το εξελικτικό στάδιο της σημερινής μας εποχής οδηγεί στην αναγνώριση της ενότητας, χαρακτηρίζοντάς μας σαν άτομα, ομάδες, ανθρωπότητα αλλά και πλανητική ολότητα.Ως βότανα, ορίζονται όλα τα φυτά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, τόσο στη μαγειρική, όσο και στην ιατρική.
Είναι άνθη, καρποί, φλοιοί, ρίζες ή φύλλα φυτών και δένδρων, έτσι όπως μας τα προσφέρει η ίδια η Γη. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και όσα συνδέουμε με τα ορθόδοξα φάρμακα, όπως ο δακτυλίτις και η υπνοφόρος παπαρούνα, καθώς και κοινά φυτά όπως το σκόρδο ή το φασκόμηλο.
Εκτιμάται πως τα ανθοφόρα φυτά εμφανίστηκαν για πρώτη φορά πριν από 135 εκατομμύρια χρόνια, κατά την Κρητιδική περίοδο. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα στο οικοσύστημα που υπήρχαν και με την επίδραση των εντόμων, διαφοροποιήθηκαν μέχρι να εκδηλωθούν, τελικά, οι βασικές οικογένειες των ανθοφόρων φυτών που γνωρίζουμε σήμερα.
Στις αρχές της Νεολιθικής εποχής το 5.700 π.Χ. περίπου, στην περιοχή της La Marmotta – Β.Δ. της Ρώμης, στη λίμνη Bracciano ανακαλύφθηκε πως καλλιεργούσαν μια ευρεία ποικιλία ειδών, ενώ άλλα τα συνέλεγαν στα δάση. «Είχαν τα πάντα», αναφέρει η Fugazzola υπεύθυνη της ανασκαφής και συνεχίζει «Έτρωγαν στάρι, λαχανικά και αρκετά φρούτα, δαμάσκηνα, σμέουρα και φράουλες». Ειδικά το χειμώνα, συμπλήρωναν τη διατροφή τους με βελανίδια, τα οποία αποθήκευαν σε μεγάλα κεραμικά βάζα. Καλλιεργούσαν λινάρι για να φτιάχνουν λινά υφάσματα. Καλλιεργούσαν, επίσης, παπαρούνες οπίου, αν και είναι δύσκολο να καθοριστεί αν χρησιμοποιούσαν το όπιο για ιατρικούς ή τελετουργικούς λόγους ή για διασκέδαση. Στην ανασκαφή βρέθηκαν και ευρήματα, σύμφωνα με τα οποία μπορούσαν να φτιάξουν κρασί.
Στα Ομηρικά έπη αναφέρονται αρκετά φυτά, με ατελείς περιγραφές, ίσως διότι, ο Όμηρος ήταν τυφλός. Τα «ανδροφόνα ή θυμοφθόρα φάρμακα» ήταν δηλητηριώδη βότανα με τα οποία επάλειφαν τα βέλη ή δηλητηρίαζαν την τροφή. Τα «ήπια ή οδυνήφατα φάρμακα» ήταν τα παυσίπονα. Τα «λυγρά ή κακά φάρμακα» ήταν αυτά, που προκαλούσαν αμνησία. Πρόκειται για δρόγες με αντιχολινεργική δράση και εντονότατη ψυχοπληγική επίδραση. ΄Όπως φαίνεται, οι αρχαίοι Έλληνες ήδη από την προκλασσική εποχή γνώριζαν την επίδραση, επί του ψυχισμού, φυτών με αντιχολινεργικά αλκαλοειδή (π.χ. τα Σολανώδη: Datura stramonium, Atropa belladonna, Hyoscyamus niger), τα οποία προκαλούν αμνησία και παραλήρημα. Συναντούμε, επίσης, αναφορές για χρήση βοτάνων για θεραπευτικούς σκοπούς ή για δηλητηριάσεις, χωρίς, όμως, πολλές φορές να αναφέρεται ένα συγκεκριμένο βότανο ή να περιγράφεται με λεπτομέρεια.
Αν ανατρέξουμε στους ένδοξους ήρωες της μυθολογία μας θα δούμε πως όταν τραυματίσθηκε ο Μενέλαος στον Τρωϊκό πόλεμο, τότε ο ιατρός Μαχάων, τραβώντας το βέλος τοποθέτησε στην πληγή «ήπια φάρμακα»-φάρμακα μαλακτικά που κάποτε τα χάρισε στον πατέρα του, τον Ασκληπιό, ο Χείρων», για να τον θεραπεύσει. Παρόμοια στην Ιλιάδα, όταν τραυματίζεται ο Ευρύπυλος, ο φίλος του Πάτροκλος πασπάλισε την πληγή με πραϋντικά φάρμακα τρίβοντάς την με ρίζα πικρή που σταματούσε τους πόνους.
Ένας από του παλιούς θεούς-ιατρούς, όπως μας διηγείται ο Όμηρος, ήταν ο Παιήων, ο οποίος γιάτρεψε στον Όλυμπο τον θεό Άρη με βότανα παυσίπονα, οδυνήφατα. Και έδωσαν οι αρχαίοι το όνομα «παιωνία» στο θεραπευτικό φυτό, το οποίο έχει και αιμοστατικές ιδιότητες.
Στην Οδύσσεια αναφέρεται η δράση της Κίρκης που χρησιμοποιούσε υγρά φάρμακα φτιάχνοντας τα μαγικά της βότανα, κατασκεύαζε ένα χυλώδες ρόφημα «τον κυκεώνα» μαζί με μέλι, προκαλώντας αμνησία και παραλήρημα. Κάτι αντίστοιχο προσέφερε στους συντρόφους του Οδυσσέα μεταμορφώνοντάς τους.
Ένα άλλο φυτό, γνωστό από την Οδύσσεια είναι το νηπενθές, το οποίο αφενός είχε έντονη φαρμακοδυναμική δράση σε συνέργια με το κρασί και αφετέρου ήταν κατευναστικό και παυσίλυπο. Περιγράφεται ως φάρμακο, που καταργούσε τη συνειδησιακή επαφή με τα εξωτερικά ερεθίσματα, καθώς και τη μνημονική ανάπλαση των γεγονότων, προκαλώντας αμνησία. Αυτό το αιγυπτιακό βοτάνι έδωσε η Ελένη στον Τηλέμαχο για να λησμονήσει και να πάψει να λυπάται για την κατάσταση με τους μνηστήρες στο σπίτι του πατέρα του.
Υπάρχει και μια άλλη χρήση των βοτάνων όπως διαβλέπουμε μέσα στην αγάπη ή τη φιλία των Ελλήνων όπου περιλαμβανόταν και το σεξουαλικό πάθος σύμφωνα με τον Christopher A. Faraone του πανεπιστημίου του Σικάγο. Ο έρωτας, εκφραζόταν και μέσα από ξόρκια και μαγικές πρακτικές σχεδιασμένες για να βλάψουν ή να δεσμεύσουν. Ο γόητας-μάγος επικαλείτο τον Έρωτα, τον Πάνα, την Εκάτη, ή την Αφροδίτη και όσοι γνώριζαν χρησιμοποιούσαν τα βότανα για να ωθήσουν τον άπιστο εραστή να επιστρέψει ή να αποκαταστήσουν την αρμονία μιας δυσλειτουργικής σχέσης. Το ίδιο έγινε όταν η Διηάνειρα χρησιμοποίησε την αλοιφή του Κενταύρου στο ένδυμα του Ηρακλή, ασκώντας μια πρακτική της φιλίας, ώστε να αποτρέψει τον Ηρακλή να την εγκαταλείψει για τη νέα του ερωμένη την Ιόλη.
Η Μήδεια αναφέρεται και ως βάρβαρη μάγισσα φαρμακίδα, που έχει προδώσει την οικογένειά της για να βοηθήσει τον εραστή της Ιάσονα, παίρνοντας ταυτόχρονα έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, όταν η Μήδεια ταξίδευε στις πεδιάδες της θεσσαλικής γης το σακούλι με τα βότανά της έσπασε, σκορπίζοντας τους μαγικούς και θεραπευτικούς σπόρους στη Θεσσαλία. Ο μύθος του Ιάσονα και της Μήδειας, θεωρούμενος από την οπτική γωνία της ανθρωπολογίας της μαγείας, υπονοεί την ανατολική βοτανική παράδοση που έφθασε ως εδώ από την Ανατολή. Η Μήδεια ήταν θεραπεύτρια και μάγισσα, που έφερε μαζί της τις αρχαίες γυναικείες παραδόσεις των βοτάνων και της μαγείας από την πατρίδα της την Κολχίδα της Μ. Ασίας στο Πήλιο της Θεσσαλίας, γνωστής ακόμα και σήμερα ως «γη των μαγισσών».
Στο τέλος της προ-ιπποκρατικής περιόδου, η θεραπευτική έπαυσε να ασκείται μόνο από τους ιερείς, καθώς άρχισαν και οι φιλόσοφοι να ασχολούνται μαζί της δημιουργώντας τους φιλόσοφους-ιατρούς.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, υπήρχαν ιατρικές Σχολές και πριν από την ιπποκρατική περίοδο (Κυρήνης, Ρόδου, Κρότωνα, Κνίδου κ.α.), όπου οι Ασκληπιάδες δίδασκαν μυστικά στους απογόνους τους την ιατρική, αλλά σταδιακά τη μάθαιναν και ξένοι. Η θεραπευτική διδασκόταν, επίσης, από τους περιοδευτές, που ήταν πλανώδιοι θεραπευτές και από τους ιατροσοφιστές. Ακόμη, υπήρχαν οι στρατιωτικοί ιατροί, οι αλειπτές ή μειγματοπώλες, που εμπορεύονταν φάρμακα, δηλητήρια, καλλυντικά κλπ., οι φαρμακείς ή φαρμακίδες, γυναίκες, που ασχολούνταν με τη συλλογή βοτάνων, οι μυροπώλες, που πωλούσαν μύρα, αλοιφές, θυμιάματα κ.λπ. και οι μαίες, γυναίκες καταγόμενες συνήθως από τη Φρυγία και τη Θεσσαλία, οι οποίες εκτός των άλλων ασχολούνταν και με τα εκτρωτικά φάρμακα.
Αναφορές φυτών έχουμε και στα Ορφικά έπη (6ος π.Χ. αιώνας) όπου αναφέρονται ο κέδρος, το ψύλλιον (Plantago psyllium- Plantaginaceae), ο κνίκος (Carthamus tinctorius- Compositae), η αγχούσα (Anchusa tinctoria L. – Boraginaceae), ο μανδραγόρας, η ανεμώνη κ.α. Ενώ στη Θεογονία του Ησίοδου (8ος π Χ. αιώνας) υπάρχει η πρώτη γραπτή αναφορά για τη μήκωνα. Ήδη από τους υστερομινωικούς χρόνους ήταν γνωστή η χρήση του όπιου, όπως μαρτυρεί και το αγαλματίδιο «η Θεά των Μηκώνων».
Δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε και στο θανατηφόρο βοτάνι, που έγινε γνωστό στην Ιστορία από τον τρόπο θανάτου του Σωκράτη, το κώνειο. Είναι φυτό που μοιάζει με το πετροσέλινο και λέγεται και βρωμόχορτο ή μαγκούτα, ενώ το βρίσκουμε διάσπαρτο σε όλη την Αττική. Τα σπέρματά του είναι πολύ δηλητηριώδη αλλά μέχρι και σήμερα χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική.
Παρότι η δηλητηριώδης δύναμη του κώνειου ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων, η χρήση του για τη θανάτωση των καταδίκων εισήχθη το 404-403 π.Χ. επί 30 τυράννων. Πρώτος στην Ελλάδα που ήπιε το κώνειο αναφέρεται ο στρατηγός και πολιτικός Θηραμένης, κατά την εποχή των 30 τυράννων, όταν καταδικάστηκε σε θάνατο (404 π.Χ.). Δεύτερος θανατωθείς αναφέρεται ο Πολέμαρχος, χωρίς μάλιστα να γνωσθεί η αιτία της καταδίκης του, όπως αναφέρει ο Λυσίας.
Ο Διοσκουρίδης το θεωρεί θανάσιμο δηλητήριο και αναφέρει: «Το κώνειο όταν το πιεις προκαλεί σκοτοδίνες και θαμπώματα, ώστε να μη βλέπει κανείς ούτε λίγο, λόξιγκα και παράκρουση του νου και πάγωμα των άκρων. Στο τέλος οδηγεί σε ασφυξία με σπασμούς καθώς σταματά ο αέρας στην τραχεία». Ενώ για τις θεραπευτικές του ενδείξεις αναφέρει πως, αφού ξηρανθεί έχει πολλές χρήσεις αναμειγνυόμενο για παυσίπονα κολλύρια και σαν εκχύλισμα κατάπλασμα βοηθάει στον έρπητα και τον ερυσίπελα. Ο Γαληνός το συγκαταλέγει στα ψυχρά δηλητήρια, τα φονεύοντα δια καταψύξεως της καρδιάς. Ο Πλίνιος περιγράφοντας το φυτό σημειώνει την ισχύ του δηλητηριώδες του σπέρματος. Και ο Κέλσος αναφέρει το φυτό ως δηλητήριο και ως αντίδοτο αυτού αναφέρει άφθονο άκρατο οίνο μετά πηγάνου (απήγανου) και κένωση του στομάχου δια εμέτου.(V, 27,12).
Τα Βότανα στην Αρχαιότητα
O Iπποκράτης μπορεί να είναι σήμερα γνωστός ως πατέρας της ιατρικής, αλλά για αιώνες η τιμή αυτή ανήκε στον Γαληνό έναν γιατρό του 2ου αιώνα, που έγραψε εκτεταμένα για τις τέσσερις «διαθέσεις» –αίμα, φλέγμα, μαύρη χολή και κίτρινη χολή- και ταξινόμησε τα βότανα σύμφωνα με τις ουσιώδεις τους ιδιότητες ως θερμά ή ψυχρά, ξηρά ή υγρά. Θεώρησαν πως η καλή υγεία διατηρείται όταν οι ιδιότητες αυτές είναι σε ισορροπία μέσω των θεραπευτικών τροφών, καθώς και με τη φυσική άσκηση και τον άφθονο καθαρό αέρα.
Αργότερα οι θεμελιώδεις αυτές θεωρίες επεκτάθηκαν από Άραβες ιατρούς του 7ου αιώνα, όπως ο Αβικέννας, και σήμερα οι θεωρίες του Γαληνού επικρατούν ακόμη στην ιατρική Γιουνάνι (Unani, λέξη των ισλαμικών λαών που σημαίνει «ελληνικός»). Οι περιγραφές του Γαληνού για τα βότανα όπως, για παράδειγμα, «θερμό στον τρίτο βαθμό» ή «ψυχρό στον δεύτερο» χρησιμοποιούνταν ακόμη και τον 18ο αιώνα.
Βότανα σε αιγυπτιακούς παπύρους που χρονολογούνται το 1700 π.Χ. μαρτυρούν τη χρήση τους από το 4000 π.Χ.. Μέχρι την εποχή του Ιπποκράτη (468-377) η Ευρωπαϊκή βοτανολογική παράδοση είχε ήδη απορροφήσει ιδέες από την Ασσυρία και την Ινδία, με τα βότανα της Ανατολής. Η πολύπλοκη θεωρία των διαθέσεων και των ουσιωδών υγρών του σώματος είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται.
Ο Πεδάνιος Διοσκορίδης, γιατρός του Καίσαρα και της Κλεοπάτρας, έγραψε το κλασικό κείμενο De Materia Medica γύρω στο 60 μ.Χ., όπου περιελάμβανε πάνω από 600 θεραπευτικά φυτά, και παρέμεινε σαν ένα πρότυπο εγχειρίδιο για 1500 χρόνια. Πολλές από τις δράσεις των βοτάνων είναι οικείες έως και σήμερα, με τη χρήση του μαϊντανού, μάραθου, μαρρούβιου και μελιού και τόσων άλλων. Οι ελληνικές ιατρικές θεωρίες έφτασαν στη Ρώμη γύρω στο 100 π.Χ. και με τον καιρό έγιναν πιο μηχανιστικές, παρουσιάζοντας το σώμα σαν μηχανή που πρέπει να επιδιορθωθεί, σε πλήρη αντίθεση με ό,τι πίστευε ο Ιπποκράτης. Μετά την πτώση της Ρώμης τον 5ο αιώνα το κέντρο της κλασικής γνώσης μεταφέρθηκε στην Ανατολή και κέντρο μελέτης της Γαλήνιας Ιατρικής έγιναν η Κωνσταντινούπολη και η Περσία. Ο Γαληνισμός υιοθετήθηκε από τους Άραβες και συγχωνεύτηκε με τις λαϊκές παραδόσεις και την Αιγυπτιακή γνώση δημιουργώντας έτσι ένα μίγμα αυτοβοτανολογικών ιδεών, πρακτικής και παραδόσεων. Το πιο σημαντικό ίσως έργο της εποχής ήταν το Κιτάμπ αλ-Κανούμ (Kitab al-Qanum) ή Κανόνας της Ιατρικής από τον Αβικέννα που βασιζόταν στις Γαλήνιες αρχές.
Οι κλασσικοί Έλληνες και γιατροί της αρχαιότητας έγραψαν διάφορα συγγράμματα για τις θεραπευτικές ιδιότητες και τον τρόπο χρήσης των φυτών βασισμένοι στις λαϊκές παραδόσεις της εποχής τους. Ο Διοκλής ο Καρύστιος (330 π.Χ.) έγραψε το Ριζοτομικόν που θεωρείται το αρχαιότερο φαρμακογνωστικό έργο και πηγή όλων των φαρμακολόγων. Αποσπάσματά του διασώθηκαν και θεωρείται πως χρησιμοποιήθηκαν για τα έργα του Θεόφραστου, Διοσκουρίδη και Πλινίου. Οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι (500 π.Χ.) θεώρησαν πως τα φυτά είναι όντα οργανικά και ζώντα. Ενώ ο Δημόκριτος (460-370 π.Χ.) έγραψε ένα έργο για τη Γεωπονία και παράλληλα ασχολήθηκε με πολλές άλλες υψηλές τέχνες.
Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) είχε πλούσιο βοτανικό υλικό της Ελλάδας και της Ασίας οφειλόμενο στον Μέγα Αλέξανδρο, μέσω των εκστρατειών του. Έχοντας τον τίτλο του Βοτανολόγου έγραψε το Περί Φυτών του οποίου μόνο αποσπάσματα διασώθηκαν, ενώ ίδρυσε Βοτανικό Κήπο όπου δίδονταν μαθήματα Βοτανικής .
Κατά τον Μεσαίωνα οι γνώσεις αυτές διαδόθηκαν μέσω των μοναστηριών που ήταν κέντρα βοτανοθεραπείας. Είχαν ιδρύσει νοσοκομεία με ειδικούς κήπους για την καλλιέργεια φυτών, από τα οποία οι μοναχοί έφτιαχναν τα φαρμακευτικά ποτά, τα έλαια και τις αλοιφές που χρειάζονταν για τη θεραπεία των ασθενειών. Καθώς η μάθηση βγήκε από τα μοναστήρια άρχισε πάλι να δίνεται έμφαση στη θεραπευτική τέχνη και τις επιστημονικές αρχές που διδάσκονταν κάποτε στη Σχολή του Σαλέρνο.
Τον 16ο αιώνα ο Παράκελσος έφερε επανάσταση στις Ευρωπαϊκές απόψεις για τη φροντίδα της υγείας. Ως γιατρός και αλχημιστής υποστήριζε την επιστροφή στα πιο απλά φάρμακα εμπνευσμένος από τη θεωρία της Φυσιογνωμικής. Υποστήριζε πως η εξωτερική εμφάνιση ενός φυτού είναι ενδεικτική των ασθενειών που θεραπεύει. Ήταν φορές που αυτή του η θεωρία αποδείχθηκε απρόσμενα ακριβής. Πίστευε ότι η υγεία του σώματος βασίζεται στην αρμονία του ανθρώπου (μικρόκοσμος) με τη φύση (μακρόκοσμος). Η προσέγγισή του ήταν ότι πρέπει να υπάρχει ισορροπία στα μεταλλικά στοιχεία στο σώμα και ότι οι ασθένειες μπορούν να θεραπευτούν με τη χρήση χημικών ουσιών. Ο ίδιος έλεγε «Πολλοί λένε για την Αλχημεία ότι χρησιμεύει για την κατασκευή χρυσού και ασημιού. Για μένα, αυτός δεν είναι ο σκοπός αλλά η δύναμη και οι αρετές (της αλχημείας) μπορεί να κρύβονται στην ιατρική». Πράγματι, υπάρχουν ευρήματα των Αλχημιστών που βρίσκουν εφαρμογή στη σημερινή ιατρική, αλλά και σε επιστήμες όπως η Χημεία. Μετά το θάνατό του το επιστημονικό του έργο αναγνωρίσθηκε από πολλούς ιατρούς της Γερμανίας και της Γαλλίας προσδίδοντάς του την προσωνυμία του «Λούθηρου της Ιατρικής». Στον ιδιόρρυθμο αυτόν ιατροφιλόσοφο αποδίδονται 106 γραπτά έργα, ενώ ο Φραντς Χάρτμαν δίνει στοιχεία για τη ζωή και τη διδασκαλία του με έναν εξαιρετικά κατανοητό τρόπο.
Και την εποχή της Τουρκοκρατίας στη χώρα μας, η χρήση των βοτάνων ήταν, επίσης, πολύ διαδεδομένη. Τα φαρμακευτικά φυτά χρησιμοποιούνταν σύμφωνα με διάφορες οικογενειακές παραδόσεις ή με τις οδηγίες των πρακτικών γιατρών, κάτι που έχει παραμείνει ακόμη μέσα στις ικανότητες του λαού.
Ο Samuel Thomson, ιδρυτής του κινήματος της Φυσικής Ιατρικής, γεννήθηκε στο New Ηamshire το 1769 και διδάχτηκε, από παιδί ακόμη, τη θεραπευτική με ρίζες και βότανα. Συνδύασε την τέχνη των Ιθαγενών Αμερικάνων με τον παραδοσιακό ρόλο της γιάτρισσας του χωριού με θεαματικά αποτελέσματα.
Τα βότανα, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, έπαιξαν ζωτικό ρόλο στην παραδοσιακή ιατρική αρκετών πολιτισμών. Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα δημοσιεύθηκαν πολλά βοτανολόγια που στόχευαν να βοηθήσουν όσους ασχολούνταν με τη βοτανοθεραπεία στον προσδιορισμό και στη χρήση των φυτών. Η τακτική χρήση των βοτανικών παρασκευασμάτων είχε αρχίσει το 1600 και διατηρήθηκε έως τη δημιουργία της συνθετικής φαρμακευτικής αγωγής τη δεκαετία του 1950.
Ο γιατρός William Witheringi το 1775 άρχισε να πειραματίζεται με διάφορα βότανα που τα θεώρησε σημαντικά μετά από τη βελτίωση ενός ασθενή του με χρήση ροφήματος βοτάνων. Ξόδεψε δέκα χρόνια μελέτης πριν δημοσιεύσει την πρωτοπόρα εργασία του για τις παρενέργειες της δακτυλίτιδας, λόγω της τοξικής της δράσης, προσδιορίζοντας την ακριβή δοσολογία και τη σωστή χρήση της.
Και μετά από αυτό περνάμε στην εποχή όπου τα σύγχρονα φάρμακα απομονώθηκαν από τα φυτά όπου πρώτος ο Friedrich Sertuner το 1803 ανακάλυψε τη μορφίνη, καθώς και τη βασική ύλη της ασπιρίνης που ήταν ο φλοιός της ιτιάς. Ακόμη και σήμερα που η φαρμακοβιομηχανία στηρίζεται πια στα χημικά σκευάσματα, στην κεντρική Ευρώπη οι βοτανικές θεραπείες χρησιμοποιούνται ευρέως στη συμβατική ιατρική. Εκμεταλλευόμενοι τις ευεργετικές ιδιότητες των φυτών και των βοτάνων έχουν μπει στη γραμμή παραγωγής με κλινικά πρότυπα όπως γίνεται και σε όλες τις σύγχρονες φαρμακοβιομηχανίες.
Η βοτανοθεραπεία «γεννήθηκε» μαζί με τον άνθρωπο. Αυτή η αρχέγονη γνώση που αποκτήθηκε στην πορεία του χρόνου με κόπο και ριψοκίνδυνες εμπειρικές δοκιμές, διατηρήθηκε σε κάποιες περιοχές της Γης και σχεδόν χάθηκε σε κάποιες άλλες. Σήμερα, στο δυτικό κόσμο η βοτανοθεραπεία ανακτά το χαμένο έδαφος και θεωρείται πλέον μία από τις αξιόπιστες συμπληρωματικές μεθόδους θεραπείας. Η εφαρμογή της έχει εξαπλωθεί και στα φυτικά καλλυντικά, ενώ είναι ευρέως διαδεδομένη η θεραπευτική της ιδιότητα με τη μορφή εισπνοών, με λουτρά, κομπρέσες, εντριβές, μασάζ, αφεψήματα, εγχύματα, καταπλάσματα, βάμματα και σε εκχυλίσματα, καλύπτοντας έναν μεγάλο αριθμό θεραπειών.
Χρήση των Βοτάνων σε Παράλληλες Θεραπευτικές Τέχνες
1) Οι βασικές αρχές της Ομοιοπαθητικής είχαν διατυπωθεί και ήταν σε ισχύ από την εποχή του Ιπποκράτη. Ουσιαστικά εδραιώθηκε τον 18ο αιώνα με θεμελιωτή τον Γερμανό παθολόγο Samuel Hahnemann. Η Ομοιοπαθητική, θεωρεί ότι τα συμπτώματα μιας ασθένειας δεν είναι δημιουργήματα του νοσογόνου παράγοντα αλλά εκδηλώσεις της προσπάθειας του οργανισμού να τον αντιμετωπίσει. Δηλαδή, η θεραπεία δεν προέρχεται από το φάρμακο αλλά από τον ίδιο τον οργανισμό ενισχύονταν την άμυνά του απέναντι στη νόσο. Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα αποτελούνται από ουσίες που προέρχονται από τη φύση (φυσικής, ζωικής ή ορυκτής προέλευσης) και παρασκευάζονται με φυσικό τρόπο. Οι ουσίες αυτές έχουν αραιωθεί πάρα πολύ και έχουν υποστεί ομοιοπαθητική δυναμοποίηση, δηλ. το ομοιοπαθητικό διάλυμα κατά τη διαδικασία της αραίωσής του έχει υποστεί και μια σειρά από κρούσεις (δονήσεις) και δεν έχουν καμία σχέση με τα χημικά φάρμακα.
2) Ο Μπαχ πίστευε πως οι σκέψεις και τα αρνητικά συναισθήματα ήταν ικανά να επηρεάσουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού μας συστήματος κάνοντάς μας έτσι ευάλωτους στη μόλυνση και την ασθένεια, τόσο φυσικά-σωματικά όσο και ψυχικά. Πίστευε πως το μεγαλύτερο δώρο που μπορούμε να δώσουμε στους άλλους είναι το να είμαστε ευτυχισμένοι και αισιόδοξοι εμείς οι ίδιοι. Προσπαθώντας, λοιπόν, να αποκαταστήσει στην ανθρώπινη φύση αυτή τη δυσαρμονία ο Μπαχ κατέφυγε στη φύση. Άφησε την καταξιωμένη θέση του επιστήμονα στην κλινική ιατρική, και ακολουθώντας τη βαθύτερη ανάγκη του για έρευνα έθεσε τις βάσεις για τα Ανθοϊάματα. Τα βήματά του τον οδήγησαν στο Μάουντ Βέρνον της Αγγλίας και εκεί, σε αυτή την πλούσια φύση που ήταν γεμάτη από δάση και αγρούς, ανακάλυψε τα 38 είδη φυτών, θάμνων και δένδρων. Μέσω της παρατήρησης, της ευαισθησίας και της διαίσθησής του παρασκεύασε από αυτά τα ανθοϊάματα, είτε με τη μέθοδο του βρασμού, είτε με την έκθεσή τους στον ήλιο, χρησιμοποιώντας τις θετικές δονήσεις των φυτών, τη δική τους συχνότητα, απελευθερώνοντας τις θεραπευτικές τους ιδιότητες με στόχο τη διατήρηση της ισορροπίας και την ανακούφιση της ανθρώπινης φύσης.
Ακόμη και η χρήση των βοτάνων με τη μορφή του ελαίου μέσω της Αρωματοθεραπείας έχει δυναμικά αποτελέσματα. Η Αρωματοθεραπεία, δηλαδή η χρήση αρωματικών φυτών και των εκχυλισμάτων τους, παρουσιάζεται σαν μία από τις πρώιμες μορφές ιατρικής. Παρόλα αυτά η χρήση της χρονολογείται από χιλιάδες χρόνια πριν, και σε αυτό συνηγορούν πολυάριθμα αρχαιολογικά ευρήματα. Οι επιδράσεις των αιθέριων ελαίων επιτυγχάνονται κυρίως μέσω της αίσθησης της όσφρησης.
3) Μια άλλη επιστήμη της ζωής περιέρχεται από δυο ινδικές λέξεις ayur – ζωή και veda – γνώση, δηλαδή Αγιουρβέδα. Η ιατρική της περιγράφεται ως η «Γνώση του πώς να Ζεις» και εδώ η ασθένεια θεωρείται έλλειψη ισορροπίας και τα βότανα μαζί με τον έλεγχο της διατροφής χρησιμοποιούνται για να αποκαταστήσουν την ισορροπία. Η Αγιουρβέδα συνδέει τον μικρόκοσμο του ατόμου με τον κόσμο, με τρεις πρωταρχικές δυνάμεις: Πράνα (αναπνοή της ζωής) + Άγκνι (το πνεύμα του φωτός ή φωτιάς) + Σόμα (μια εκδήλωση αρμονίας, συνοχή και αγάπης). Η ιατρική της δίνει έμφαση στην θεραπεία του ατόμου ως σύνολο με κατάλληλα γιατρικά για τον νου, το σώμα και το πνεύμα. Τα πρώτα κείμενα της Αγιουρβέδα χρονολογούνται γύρω στο 2.500 π.Χ., ενώ διαδοχικά προστέθηκαν και νέες βοτανολογικές παραδόσεις. Οι Πέρσες και οι Μογγόλοι τον 14ο αιώνα έφεραν την ιατρική του Γαληνού και του Αβικέννα στα μέρη τους, ενώ αντίθετα οι Βρετανοί φρόντισαν να κλείσουν τις σχολές της Αγιουρβέδα το 1833, χωρίς ευτυχώς να εξαλείψουν εντελώς όλη την αρχαία γνώση.
4) Η ιατρική του Θιβέτ, πριν από την εισβολή των Κινέζων το 1959, ήταν υπό τον έλεγχοτων Λάμα και στενά συνδεδεμένη με τη θρησκεία. Οι φοιτητές της ιατρικής απομνημόνευαν τέσσερα πολύπλοκα «τάντρα» που εξηγούσαν την αιτία και την πρόοδο της νόσου με τη βοήθεια «εικονογραφημένων δέντρων της ιατρικής». Οι θεραπευτές χρησιμοποιούσαν τον διαλογισμό και τα μάντραμ για να «ενεργοποιήσουν» τα φάρμακα-βότανα και να αυξήσουν την αποτελεσματικότητά τους, ενώ ο χρόνος της συλλογής των βοτάνων εξαρτιόταν και από ευεργετικές αστρολογικές επιρροές.
5) Άλλο ένα αρχαίο θεραπευτικό σύστημα που χάνεται στα βάθη του μύθου είναι η παραδοσιακή Κινεζική ιατρική, όπου και εδώ τα βότανα κατέχουν την κεντρική θέση στη θεραπεία, βοηθούμενα από το βελονισμό ή τη χειρομάλαξη. Κείμενα από το 2.500 π.Χ. μελετούνται ακόμη και εφαρμόζονται από τους επαγγελματίες ιατρούς. Εδώ η ασθένεια θεωρείται σημείο δυσαρμονίας σε ένα άτομο, το οποίο είναι μια πνευματική-ψυχοσωματική ολότητα. Έτσι, το έργο που καλείται να επιτελέσει ο Κινέζος ιατρός είναι πάντα η αποκατάσταση της αρμονίας και της ισορροπίας. Η κινεζική παράδοση βασίζεται στη θεωρία των πέντε στοιχείων, που είναι το ξύλο, η φωτιά, η γη, το μέταλλο και το νερό και έχουν άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ του ανθρώπου και του περιβάλλοντός του. Η θεωρία των αντιθέτων γιν-γιανγκ συμπληρώνει το βασικό θεραπευτικό μοντέλο των πέντε στοιχείων.
6) Η Τελετουργική βοτανοθεραπευτική των ιθαγενών Αμερικανών ήταν σαμανιστική με κέντρο τον γιατρό της φυλής ή Σαμάνο. Χτυπώντας τύμπανα και κρόταλα και καπνίζοντας μίγματα καπνού ή πεγιότ, ο Σαμάνος περνούσε σε εκστατική κατάσταση που επέτρεπε στο πνεύμα του να «ταξιδέψει» και να συναντήσει την ψυχή του ασθενή για να τη θεραπεύσει. Σήμερα, οι Σαμάνοι στη Νότια Αμερική χρησιμοποιούν ακόμη εκχυλίσματα από ένα αναρριχητικό φυτό και άλλα είδη φυτών με συγκεκριμένες ιδιότητες στη μέθοδο της θεραπείας.
7) Δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε και τα πολύτιμα φυτά που έκοβαν οι Δρυίδες με το χρυσό τους δρεπάνι, ξυπόλυτοι, φορώντας το μακρύ λινό ένδυμά τους. Τα τοποθετούσαν στη χύτρα τους με μαγικά αποτελέσματα. Πιστευόταν πως τα δέντρα στα δάση, όπου συνήθως ήταν τα καταφύγιά τους, ήταν πύλες μεταξύ του επάνω και του κάτω κόσμου. Σύμφωνα με την παράδοση, οι Δρυίδες έτρωγαν βελανίδια για να αυξήσουν τη σοφία τους και φορούσαν στεφάνια από φύλλα βελανιδιάς στη διάρκεια των τελετών τους. Πίστευαν δε, ότι ήταν τέτοια η δύναμη του δέντρου που απλά αρκούσε να μείνει κανείς στη σκιά του για να γιατρευτεί. Τα βελανίδια, τα φύλλα και ο φλοιός του δέντρου χρησιμοποιούνταν για ιατρικούς σκοπούς.
Μια άλλη καταγραφή που έχουμε για τα τελετουργικά δρώμενα των Δρυίδων προέρχεται από τον Ρωμαίο συγγραφέα Πλίνιο που κατέγραψε τη Δρυιδική τελετή θερισμού γκυ της Βελανιδιάς το ιερό δέντρο των Δρυίδων. Αναφέρεται ότι την έκτη μέρα της νέας Σελήνης, ένας ιερέας ντυμένος στα λευκά σκαρφάλωνε στην Βελανιδιά και έκοβε γκυ χρησιμοποιώντας ένα χρυσό δρεπάνι. Το γκυ δεν έπρεπε να αγγίξει τη γη και χρησίμευε σε τελετή γονιμότητας. Η ηχώ αυτής της τελετής επιβιώνει μέχρι σήμερα σε όλες τις αγγλόφωνες χώρες, όπου κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων υπάρχει το έθιμο να φιλιούνται τα ζευγάρια κάτω από ένα κρεμασμένο γκυ εξασφαλίζοντας τη γονιμότητα.
Κάτι αντίστοιχο έκαναν και οι Μάγισσες στο Μεσαίωνα, και παράδοξα κυνηγήθηκαν σαν να εκφράζουν κάτι σκοτεινό και μιαρό, στη μαγική τους χύτρα με την οποία θεράπευαν βαθιές αρρώστιες, ενώ υπήρχε και μια άποψη πως για να πετάξουν οι Μάγισσες μασούσαν κάποιο βότανο με συγκεκριμένες ιδιότητες.
Υπήρχαν ακόμη γιατροί-μάγοι που έκοβαν τα βότανα με το αριστερό τους χέρι χωρίς ποτέ να κοιτούν προς την πλευρά απ’ όπου φύσαγε ο άνεμος ή να στρέφουν το πρόσωπό τους προς τα πίσω. Μιλούσαν στα φυτά που μάζευαν και ποτέ δεν σήκωναν όποιο έπεφτε στο έδαφος, καθώς η ευεργετική του δύναμη είχε πια επιστρέψει στη γη.
Για τους παραδοσιακούς λαούς, πολλά βότανα, εκτός από θεραπευτικές είχαν και μαγικές ιδιότητες. Έφτιαχναν αλοιφές που θεωρούσαν ότι θεράπευαν κάθε αρρώστια και πληγή. Κάποιοι τα έβραζαν για να φτιάξουν μαγικά προστατευτικά φίλτρα, που τα έπιναν. Άλλοι τα χρησιμοποιούσαν σα φυλακτά που τα φορούσαν πάνω τους ή τα τοποθετούσαν στην πόρτα, στο παράθυρο ή στο κρεβάτι για να τους προστατεύουν από μάγια, δαίμονες, εφιάλτες και αρρώστιες.
Στη λαϊκή μας παράδοση, ακόμη λέμε το «Ξορκισμένος με τον απήγανο», όταν υπάρχει κάτι το απαράδεχτο, το σκανδαλώδες, που θέλουμε να το εξουδετερώσουμε. Ακόμη το αναφέρουμε όταν δηλώνουμε ότι δεν θέλουμε να ξαναδούμε κάποιον ανεπιθύμητο, να είναι δηλαδή ξορκισμένος και διωγμένος μακριά και οριστικά. Το φυτό τούτο είναι γνωστό σαν κατάλληλο και αποτελεσματικό κατά της βασκανίας από την εποχή των αρχαίων Αθηναίων που το φύτευαν στην αυλή τους και μάλιστα στο αριστερό μέρος της αυλόπορτας. Ενώ θεωρείται καλότυχο να έχεις μια γλάστρα με βασιλικό στην είσοδο του σπιτιού. Αν, επίσης, προσφέρουμε ένα κλαράκι βασιλικού στους επισκέπτες μας, τότε αυτοί θα ξαναέρθουν.
Η βοτανοθεραπεία ασχολείται με τη χρήση των βοτάνων για θεραπευτικούς σκοπούς.
Το βότανο δρα ολιστικά, καθώς κάθε μέρος του φυτού μπορεί να διαθέτει διαφορετικές θεραπευτικές ιδιότητες, βοηθώντας έτσι στην ομοιόσταση του οργανισμού.
Η λέξη «ολιστικός» περιγράφει ενιαία σύνολα των οποίων οι ιδιότητες δεν μπορούν να αναχθούν στις ιδιότητες μικρότερων μονάδων. Ολιστικές νοοτροπίες και αντιλήψεις εμφανίζονται σε όλους τους τομείς της ζωής, από τη γεωργία και την ιατρική μέχρι την πολιτική. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική λέξη όλος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Άρθουρ Κέσλερ που χρησιμοποίησε την λέξη «όλον» στην προσπάθειά του να κατανοήσει πώς τα συστήματα λειτουργούν σαν ολότητες, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν μέρη ακόμη μεγαλύτερων ολοτήτων. Η θεραπεία είναι η έκφραση της πληρότητας, της ακεραιότητας. Η Υγεία είναι πληρότητα και έχουμε υγεία όταν το προσωπικό μας οικοσύστημα, το εσωτερικό μας περιβάλλον είναι σε ισορροπία με το εξωτερικό, και τα δύο αυτά περιβάλλοντα είναι ένα.
Η βοτανολογία βασίζεται πάνω σε σχέσεις: τη σχέση ανάμεσα στο φυτό και τον άνθρωπο, το φυτό και τον πλανήτη, τον άνθρωπο και τον πλανήτη. Όταν χρησιμοποιούμε βότανα μέσα στα πλαίσια της ιαματικής διεργασίας, παίρνουμε μέρος στον οικολογικό κύκλο, είμαστε συνειδητά παρόντες στο ζωντανό ζωτικό κόσμο του οποίου είμαστε μέρος. Τα βότανα μπορούν να μας συνδέσουν με το ευρύτερο πλαίσιο της πλανητικής ολότητας και υγείας, έτσι ώστε ενώ αυτά εκπληρώνουν το φυσικο-ιαματικό τους σκοπό, μπορούμε κι εμείς να εκπληρώσουμε το δικό μας και να αναπτύξουμε μια αφύπνιση αυτής της επαφής.
Η βοτανολογία ασκείται με μια ολιστική μέθοδο στην αντιμετώπιση του προβλήματος μιας ασθένειας. Η ολιστική άποψη της ιατρικής απευθύνεται στη φυσική, στη νοητική και στην πνευματική πλευρά, βλέπει την υγεία ως μια θετική κατάσταση και όχι σαν την απουσία της νόσου. Τονίζει τη μοναδικότητα κάθε ατόμου και γνωρίζει πόσο σημαντικό είναι να προσαρμόζουμε την κάθε αγωγή στις ατομικές – προσωπικές ανάγκες.
Η ολιστική προσέγγιση στην υγεία περιλαμβάνει την κατανόηση και αγωγή του ατόμου μέσα στο πλαίσιο της κουλτούρας και της κοινωνικής του ομάδας. Η κατανόηση και η προσπάθεια βελτίωσης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που διαιωνίζουν την κακή υγεία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ολιστικής ιατρικής, στον ίδιο βαθμό που αποτελεί μέρος της και η έμφαση στην ατομική ευθύνη. Και το σημαντικότερο, η ολιστική ιατρική μεταμορφώνει τόσο αυτούς που την ασκούν όσο και τους ασθενείς της.
Η βοτανική ιατρική έχει να προσφέρει πολλά στην ανάπτυξη ενός ολιστικού συστήματος υγείας, χρησιμοποιώντας τα θεραπευτικά φυτά που μας παρέχει η φύση. Η χρήση βοτάνων για ιαματικούς σκοπούς μας φέρνει σε άμεση επαφή με τον κόσμο μας κατά ένα βαθύ τρόπο, έναν τρόπο που μας εξυψώνει.
Τα βότανα αποτελούν μέρος της οικολογίας μας και σαν τέτοια προσφέρονται για να μας βοηθήσουν να ενοποιήσουμε και να θεραπεύσουμε το φυσικό μας σώμα. Παίρνοντας υπόψη μας τα ευρύτερο πλαίσιο του ενιαίου όντος, βλέπουμε ότι αυτή η εσωτερική μας αλλαγή προς τον ολισμό αντικατοπτρίζει μια παγκόσμια αλλαγή και επανευθυγράμμιση. Καθώς εισερχόμαστε στη Νέα Εποχή, πραγματοποιείται μια μεγάλη εξερεύνηση της συνειδητότητας, μια εξερεύνηση στην οποία συμμετέχουμε όλοι. Η χρήση των βοτάνων μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο ανάπτυξης της συνειδητότητας για την αναγνώριση του ολισμού. Στη θεραπεία πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το ενιαίο της οντότητας του ασθενή, συμπεριλαμβανομένου του γενικότερου πλαισίου της ζωής του.
Γίνεται λοιπόν φανερό πως όταν εξετάζουμε το όλο θέμα την ίασης, είτε της ιατρικής, είτε της κοινωνικής, πρέπει να βλέπουμε τις ανάγκες του ατόμου-οργάνου μέσα στο πλαίσιο της ευρύτερης ολότητας στην οποία υπάρχει. Πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στη σχέση ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, ανάμεσα στα όργανα και τον οργανισμό. Αυτή η δυναμική σχέση ανάμεσα στο μέρος και το όλο μπορεί να είναι αποφασιστική σε όλα τα πεδία δραστηριότητας και κύρια στη σημασία της θεραπευτικής.
Η βοτανική ιατρική, στην ολιστική της μορφή, βλέπει την ανθρωπότητα σαν μια έκφραση της ζωής που εμψυχώνεται από τη ζωτική δύναμη. Τα βότανα μπορούν να επηρεάσουν αυτή την ενιαία οντότητα και όχι μόνο τα συγκεκριμένα συμπτώματα. Όπως θεραπεύουν το σώμα, μπορούν επίσης να θεραπεύσουν την καρδιά και το νου μας, γιατί ανοίγουν το σώμα μας σε μια καθαρή ροή ζωτικής ενέργειας που μας ενοποιεί και μας ολοκληρώνει.
Ενδεικτικές Πηγές
Η Νέα Ολιστική Βοτανοθεραπεία, David Hoffmann, Διόπτρα
Συμβατική & Εναλλακτική Ιατρική, Μαρκομανωλάκη Κατερίνα, Διόρασις
Πλήρης Οδηγός Φαρμακευτικών, ΒοτάνωνPenelope ody Mnimh, Γιαλλελής
Μαγικά Βότανα: ιστορία, θεραπεία, λαϊκή παράδοση, Picton M., Κοχλίας
Θεραπείες με Φυσικά Μέσα, Τζούντι Τζάκα, Κέδρος
Καλογερόπουλος Κων., 2005, «La Marmotta (Maria Antonietta Fugazzola Delpino)», Μάγισσες στον ελληνορωμαϊκό κόσμο
«Η Βοτανολογία στους αρχαίους Έλληνες Γιατρούς», Καραμπελόπουλος Δημ., 2003, στο 41ο Πανελλήνιο Παιδιατρικό Συνέδριο Ρόδος, ανακτήθηκε από www.karaberopoulos.gr
«Τα Φάρμακα στην Αρχαία Ελλάδα», Σκαλτσά Ε., ανακτήθηκε από www.iama.gr