Πικραγγουριά (Ecbalium elaterium)
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Ecbalium elaterium και ανήκει στην οικογένεια των Κολοκυνθωδών. Λατινικά συνώνυμα του είναι Momordica elaterium, Ecbalium cumunis sytvestris asinus dictus.
Περιγραφή Προϊόντος
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Ecbalium elaterium και ανήκει στην οικογένεια των Κολοκυνθωδών. Λατινικά συνώνυμα του είναι Momordica elaterium, Ecbalium cumunis sytvestris asinus dictus.
Στη χώρα μας το συναντούμε με τα ονόματα Πικραγγουριά, Αγριαγγουριά, Γαιδουραγγουριά, Πεταχτούλα, Κοπραγκουρά και Εκβάλιον. Στην Κρήτη τα αποκαλούν ακόμη Αγριγιαγγουργιά, Δραγγουργιά ή Πρικαγγουριά.
Βρίσκεται σε ακαλλιέργητους και πετρώδεις τόπους σε όλες τις χώρες της Μεσογείου. Είναι φυτό πολυετές, αυτοφυές, που μπορεί να φτάσει το 1 μέτρο ύψος, ελαφρώς σαρκώδες με πυκνές αδρές τρίχες και έρποντες βλαστούς. Έχει χοντρά φύλλα σε σχήμα καρδιοειδές ή τριγωνικό.
Χαρακτηριστικοί είναι οι κυλινδρικοί καρποί, μήκους περίπου 3 εκατοστών, που αποκαλούνται μήλα της πικραγγουριάς.
Μοιάζουν με μικρά αγγούρια, είναι πολύ τριχωτοί και έχουν μήκος περίπου 5 εκατοστά. Όταν ωριμάζουν σπάνε και τινάζουν με ορμή ένα υγρό γεμάτο σπόρους, το οποίο είναι πολύ ερεθιστικό για το δέρμα. Για τον λόγο αυτό οι καρποί αποκαλούνται και ελατήρια.
Το συναντούμε στις άκρες των δρόμων, σε κατολισθήσεις, σε χέρσα εδάφη σε χαμηλό και μέσο υψόμετρο. Τα άνθη του είναι κίτρινα, αρσενικά και θηλυκά, με τα αρσενικά να έχουν 5 πέταλα (βγαίνουν το καλοκαίρι σε μικρά τσαμπιά), ενώ τα θηλυκά βγαίνουν μοναχικά στο τέλος μιας μακριάς ουράς.
Ιστορικά στοιχεία:
Φυτό πολύ γνωστό από την αρχαιότητα. Το θεωρούσαν πανφάρμακο για όλες τις αρρώστιες και το καλλιεργούσαν στους κήπους για ιατρική χρήση. Ο Ιπποκράτης το συνιστούσε για καρκίνους του πεπτικού συστήματος -«καρκίνου γενομένου ..διδόναι πίνειν ελατήριον»-, σημειώνοντας ότι ο ασθενής έπρεπε να είναι σε καλή φυσική κατάσταση για να το πιει, μια και το ρόφημα είναι ισχυρό καθαρτικό. Ο Ιπποκράτης αναφέρει ακόμη πως έδωσε σε μια κατσίκα να φάει πικραγγουριά για να δώσει το γάλα της να το πιει ένα παιδάκι για καθάρσιο. Ο τρόπος χορήγησης τέτοιου καθάρσιου ήταν γνωστός από την αρχαιότητα. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι από τη πικραγγουριά παρασκευάζεται το «ελατήριον», ο αποξηραμένος στον ήλιο χυμός του καρπού, που θεωρούσε ότι βοηθά για πολλές αρρώστιες των ματιών, των δοντιών, των όγκων των αυτιών, την κώφωση, την ψώρα και άλλα. Ο Θεόφραστος αναφέρει τις ρίζες της για την θεραπεία σε ψωρίαση των ζώων. Οι αρχαίοι έκαναν μεγάλη χρήση του φυτού σαν δραστικού καθαρτικού χρησιμοποιώντας κυρίως κατά της υδρωπικίας (για τη θεραπεία της οποίας το χρησιμοποιούσαν και μεταγενέστεροι γιατροί), σε δόση 0,05 έως 0,15 γραμμάρια 2 με 3 φορές την ημέρα, ενωμένο με κάποια αρωματική ουσία. Εκτιμήθηκε κυρίως για τη θεραπεία υδρωπικίας που συνοδεύει καρδιακά και νεφρικά νοσήματα. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν ακόμη εξωτερικώς το χυμό για τη διάλυση αποστημάτων και άλλων όγκων.
Οι Άραβες χρησιμοποιούσαν το φυτό κατά του ικτέρου.
Η πικραγγουριά αποτελούσε τα παλιά χρόνια κύριο συστατικό σαν ένα από τα καλύτερα φάρμακα στις συνθέσεις διαφόρων ειδικοτήτων , όπως το «πανχυμαγωγόν ματζούνι», οι «αλοιφές του Αγρίππα» και του «Αρθανίτα», το «διαβότανο έμπλαστρον» κ.α.
Σε θεραπευτικές δόσεις το φυτό εξυμνήθηκε σαν θεραπευτικό της υδρωπικίας, των σπλαχνικών εμφράξεων, των κωματωδών παθήσεων, της λευκόρροιας, της αμηνόρροιας, της ελμινθιάσεως και των χρόνιων δερματικών παθήσεων.
Ο Τόμσον το συνιστούσε ως ένα από τα καλύτερα υδραγωγά φάρμακα σε ημερήσια δόση 0,15 του γραμμαρίου δύο φορές την ημέρα, ανακατεμένο με σκόνη σπερμάτων γλυκάνισου και εκχύλισμα άρκευθου σε περιπτώσεις ύδρωπος ασκίτου χωρίς φλογώσεις και ερεθισμούς των σπλάχνων.
Προκαλούσε άφθονες διαρροϊκές κενώσεις, συνοδευόμενες από μερικούς εμέτους, τις δύο πρώτες ημέρες, λίγους κολικούς και στεγνότητα λάρυγγος. Εξαφάνιζε όμως τη νόσο μέσα σε 10 ημέρες.
Το χρησιμοποιούσαν εσωτερικά ενάντια στην επίμονη δυσκοιλιότητα συνοδευόμενη με ατονία των εντέρων για την απελευθέρωση του οργανισμού όσο πιο γρήγορα γίνεται από την συγκέντρωση υγρών σε οιδήματα, ακολουθούμενα από νεφρικές παθήσεις, παθήσεις του συκωτιού (κίρρωση ήπατος και χρυσή) ρευματισμούς, παράλυση και έρπη ζωστήρα. Η δόση που χρησιμοποιούσαν ήταν 0,05 γραμμάρια. Εξωτερικά το χρησιμοποιούσαν για την ιγμορίτιδα και για εντριβές και καταπλάσματα στις επώδυνες κλειδώσεις (ρευματισμούς).
Στη λαϊκή ιατρική θεράπευαν τον ίκτερο βάζοντας στη μύτη του ασθενούς πρόσφατο χυμό πικραγγουριάς, ο οποίος προκαλούσε αμέσως δακρύρροια και πταρμούς και αποβολή πολλών βλεννών πρασινοκίτρινων από τα ρουθούνια.
Στην Κρήτη τους καρπούς τους ονόμαζαν πρικαγγουράκια. Τον χυμό σε κατάπλασμα τον χρησιμοποιούσαν ενάντια στους μώλωπες και την αμυγδαλίτιδα. Χρησιμοποιούσαν ακόμη τον χυμό κατά του ικτέρου και εναντίον της ιγμορίτιδας ρουφώντας τον χυμό από τη μύτη. Γνώριζαν πως η ρίζα του φυτού έχει καθαρτικές ιδιότητες καθώς και την τοξικότητα του φυτού. Όπως χαρακτηριστικά έλεγαν «δεν πρέπει κανείς να πάρει περισσότερο από μισή δακτυλήθρα του ραψίματος γιατί θα ψακωθεί (θα πάθει δηλητηρίαση)»
Συστατικά-χαρακτήρας:
Όλα τα μέρη του βοτάνου έχουν γεύση πικρή και δυσάρεστη. Κατά τους Braconnot και Paris περιέχει μια αμυλώδη ουσία, μια εκχυλισματική ουσία, όχι καθαρτική, φυτικό λεύκωμα και διάφορα άλατα. Ο Morries το 1831 απομόνωσε ένα κύριο συστατικό που ονόμασε ελατηρίνη. Ο Paris την παρήγαγε σε ακάθαρτη κατάσταση, ρητινώδη, απαλή, πράσινη και πολύ καθαρτική, με το όνομα ελατίνη. Ο χυμός που βγάζουν οι καρποί είναι εξαιρετικά πικρός και δριμύς. Περιέχει τις ενεργείς ουσίες ελατετρίνη, αλφαελατετρίνη, μπεταελατετρίνη, πικρά γλουκονικά και άλλα.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Το φυτό ανθίζει στις αρχές του καλοκαιριού. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιείται ο χυμός των καρπών (ελατήριο) και η ρίζα. Το ελατήριο, είναι το κατακάθι που συγκεντρώνεται στον πάτο του δοχείο όταν στύψουμε τους καρπούς (λίγο πριν ωριμάσουν) και αφήσουμε τον χυμό τους σε ηρεμία για αρκετή ώρα.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Εσωτερικά χρησιμοποιείται ενάντια στην επίμονη δυσκοιλιότητα συνοδευόμενη από ατονία των εντέρων. Βοηθά στην απελευθέρωση του οργανισμού από τη συγκέντρωση υγρών (οιδήματα), που προκαλούνται από νεφρικές παθήσεις, κίρρωση ήπατος, χρυσή, ρευματισμούς, παράλυση και έρπη ζωστήρα.
Εξωτερικά χρησιμοποιείται για την ιγμορίτιδα και για εντριβές και καταπλάσματα στις επώδυνες κλειδώσεις σε ρευματισμούς.
Παρασκευή και δοσολογία:
Για εσωτερική χρήση το εκχύλισμα παρασκευάζεται ως εξής. Παίρνουμε τους καρπούς του φυτού, τους καθαρίζουμε, βγάζουμε από μέσα τα σπέρματα και τα εκθλίβουμε για να βγάλουμε τον χυμό, που τον καθαρίζουμε και τον εξατμίζουμε στη φωτιά για να πάρει τη μορφή και σύσταση εκχυλίσματος. Χορηγείται σε δόση 2-15 εκατοστών του γραμμαρίου, σε χάπια 2-3 φορές την ημέρα, ελαττώνοντας ή αυξάνοντας τη δόση ανάλογα με τα αποτελέσματα.
Ο Διοσκουρίδης το χορηγούσε σε δόση 5-10 κόκκων (δηλαδή 25 – 50 εκατοστά του γραμμαρίου).
Εξωτερικά ο πολτός της ρίζας χρησιμοποιείται ως κατάπλασμα.
Προφυλάξεις:
Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν το «ελατήριον» της πικραγγουριάς χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον, η πραγματικότητα είναι ότι το βότανο αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή και μόνο μετά από συμβουλή ιατρού ή έμπειρου βοτανοθεραπευτή.
Δόση μεγαλύτερη των 6 γραμμαρίων αρκεί για να επιφέρει τον θάνατο. Δόση ενός γραμμαρίου είναι ικανή να προκαλέσει φλεγμονή στον βλεννογόνο του στομάχου και να φέρει έντονους εμετούς και πόνους. Είναι βίαιο καθαρτικό και διουρητικό και κατά τον Θεόφραστο οι τρομεροί εμετοί που προκαλεί είναι σημάδι της δύναμης του βοτάνου.
Η αναρρόφηση μία μόνο σταγόνας από τον χυμό των καρπών της μπορεί να προκαλέσει φοβερή καταρροή της μύτης για μία ολόκληρη εβδομάδα και να αποσυμφορήσει τελείως τον ρινικό βλεννογόνο. Αυτός ήταν και ο λόγος που το χρησιμοποιούσαν στη θεραπεία της ιγμορίτιδας.
Τελικά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το βότανο αυτό καλύτερο είναι να το αποφεύγουμε με δεδομένο ότι σήμερα υπάρχουν πολλά άλλα ασφαλή βότανα για τις ίδιες παθήσεις, που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε.
Καλό όμως είναι να το γνωρίζουμε και να ενημερώνουμε, ιδιαίτερα τα παιδιά μας, ότι πρέπει να αποφεύγουμε την επαφή με τους καρπούς του φυτού, μια και στην περίοδο ωρίμανσης όπως αναφέραμε, η απλή επαφή με τον καρπό μπορεί να προκαλέσει το πέταγμα του χυμού με πίεση πάνω μας, πράγμα καθόλου ευχάριστο μια και είναι εξαιρετικά ερεθιστικό.
*Άρθρο του Σάκη Κουβάτσου (Χειρουργός οδοντίατρος) στα Χανιώτικα νέα